Αθανάσιος Κ. Πουλιάδης
Δικηγόρος, Δ. Ν.
Καθηγητής στο Τμήμα Νομικής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ
Α. ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ
Με την από 10-5-2012 επιστολή της η Διαχειριστική Επιτροπή του Ειδικού Λογαριασμού Επικούρησης Μελών Προσωπικού της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος (Ε.Λ.Ε.Μ.) μού έθεσε τα ακόλουθα ερωτήματα:
α) Οι αποφάσεις των μελών της Γενικής Συνέλευσης του Ταμείου Υγείας Προσωπικού Αγροτικής Τράπεζας Ελλάδος (Τ.Υ.Π.Α.Τ.Ε.) είναι δεσμευτικές για τα όργανά του (Διοικητικό Συμβούλιο, Διαχειριστικές Επιτροπές;
β) Η απόφαση της έκτακτης Γενικής Συνέλευσης των μελών του ΤΥΠΑΤΕ για χορήγηση δανείου ύψους 8 εκ. ευρώ από τα αποθεματικά του ΕΛΕΜ στο ΤΥΠΑΤΕ με σκοπό την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Ταμείου προς τρίτους με τους όρους που αποφασίσθηκε (επιτόκιο, χρόνος αποπληρωμής) είναι σύμφωνη με το Καταστατικό του Ταμείου και τον Κανονισμό του ΕΛΕΜ;
Β. Επί των ερωτημάτων αυτών η απάντησή μου είναι η ακόλουθη:
Ι. Όπως προκύπτει από το καταστατικό του, το ΤΥΠΑΤΕ συστάθηκε[1] ως αλληλοβοηθητικό Ταμείο με σωματειακή οργάνωση και λειτουργεί κατά συνέπεια ως αυτοτελές Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για τα αλληλοβοηθητικά σωματεία, τις διατάξεις του καταστατικού του και του Αστικού Κώδικα.
Ως αλληλοβοηθητικά σωματεία ή αλληλοβοηθητικά ταμεία μπορούν να ορισθούν τα νομικά πρόσωπα που δραστηριοποιούνται ως ένα είδος ιδιωτικής κοινωνικής ασφάλισης για την ικανοποίηση των αντίστοιχων αναγκών ορισμένης επαγγελματικής τάξης. Με το Ν. 281/1914 «Περί Σωματείων» δημιουργήθηκε ειδικό νομοθετικό καθεστώς για τα αλληλοβοηθητικά σωματεία το οποίο παραμένει σε ισχύ μέχρι σήμερα παρά τις έκτοτε εξελίξεις και μεταβολές της επαγγελματικής και συνδικαλιστικής νομοθεσίας. Οι ρυθμίσεις του Ν. 281/1914 εξειδικεύονται με το Β.Δ. της 15/20 Μαΐου 1920, το οποίο επίσης παραμένει σε ισχύ ως προς τις διατάξεις του για τα αλληλοβοηθητικά σωματεία[2].
Στο ανωτέρω αλληλοβοηθητικό σωματείο συστάθηκε[3] επίσης σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 3 του καταστατικού του ο «Ειδικός Λογαριασμός Επικούρησης Μελών Προσωπικού της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος» με σκοπό, σύμφωνα με το άρθρο 1 του Κανονισμού του, την παροχή μηνιαίας επικούρησης και λοιπών παροχών στα μέλη του που συνταξιοδοτούνται από το Ταμείο Συντάξεων και Προνοίας Προσωπικού ΑΤΕ.
Η δημιουργία του ανωτέρω λογαριασμού είναι σύμφωνη με το άρθρο 4 § 2 εδ. 2 του Ν. 1264/1982 το οποίο προβλέπει για τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων, ότι «μπορούν…να δημιουργούν ειδικά κεφάλαια για την εξυπηρέτηση ορισμένων εκτάκτων σκοπών αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας των μελών τους». Η δημιουργία αυτών των λογαριασμών προβλεπόταν ήδη στη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 7 Α.Ν. 1022/1946 σύμφωνα με την οποία «οργανισμός, έργον του οποίου είναι η ασφάλισης των μισθωτών ωρισμένης επιχειρήσεως κατά της αναπηρίας, του γήρατος και του θανάτου δύναται…..να συστήσει εν εαυτώ ειδικόν λογαριασμόν…σκοπούντα στην ασφάλισιν αυτών [sc. των εργαζομένων] κατά των ιδίων κινδύνων, δια της χορηγήσεως εφ’ απαξ χρηματικών παροχών, εις ας περιπτώσεις και υφ’ ους όρους προβλέπεται η χορήγησις των περιοδικών τοιούτων».
Ανεξάρτητα πάντως από την ύπαρξη ειδικής νομοθετικής ρύθμισης, η δημιουργία ειδικών κεφαλαίων αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας πρέπει να θεωρηθεί ως δράση καλυπτόμενη από τους σκοπούς οποιασδήποτε συνδικαλιστικής ή επαγγελματικής οργάνωσης. Και η δημιουργία τέτοιων ειδικών κεφαλαίων αλληλεγγύης μπορεί να γίνεται και με τη μορφή Ειδικού Λογαριασμού[4].
Ο Ειδικός Λογαριασμός ΕΛΕΜ συνιστά ιδιωτικό φορέα επι-κουρικής κοινωνικής ασφάλισης[5]. Η ασφάλιση αυτή είναι προαιρετική κοινωνική ασφάλιση[6] η οποία συνιστάται με συλλογική ενοχική συμφωνία μεταξύ του πιστωτικού ιδρύματος και του προσωπικού του. Οι ειδικότεροι κανόνες της διαμορφώνονται δικαιοπρακτικώς, με βάση δηλαδή την ιδιωτική βούληση και σύμφωνα με το καταστατικό του σωματείου και τον κανονισμό του Ειδικού Λογαριασμού. Παρόμοιες συμφωνίες μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων βρίσκουν νομοθετικό έρεισμα στο άρθρο 361 του Αστικού Κώδικα που κατοχυρώνει την ελευθερία των συμβάσεων[7] ως ειδικότερη έκφραση της ιδιωτικής αυτονομίας και του άρθρου 12 παρ. 1 του Συντάγματος που διασφαλίζει το δικαίωμα των Ελλήνων να συνιστούν ενώσεις και μη κερδοσκοπικά σωματεία, τηρώντας τους νόμους του Κράτους[8]. Η ελευθερία αυτή δεν περιορίζεται από το άρθρο 22 παρ. 4 του Συντάγματος που αναφέρεται μόνο στην υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση από δημόσιους φορείς, την οποία και εξαιρεί από την ιδιωτική πρωτοβουλία, δεν απαγορεύει δε, η διάταξη αυτή, τη συμμετοχή σε αλληλοβοηθητικά ταμεία και γενικώς την προαιρετική ασφάλιση, την οποία αφήνει στη διάθεση των ενδιαφερομένων[9]. Άλλωστε η μη κερδοσκοπική ασφάλιση από Ειδικούς Λογαριασμούς είναι επίσης και αυτή συνταγματικά κατοχυρωμένη σύμφωνα με το άρθρο 5 § 1 του Συντάγματος για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας[10].
Η προαιρετικότητα της επικουρικής ασφάλισης στον ΕΛΕΜ δεν αναιρείται εκ του γεγονότος ότι στο άρθρο 1 παρ. 2 του Κανονισμού του ορίζεται ότι στον Ειδικό Λογαριασμό ασφαλίζονται υποχρεωτικά όλοι όσοι απαρτίζουν το προσωπικό της Τράπεζας με πλήρη απασχόληση και εφόσον είναι ασφαλισμένοι στο Ταμείο Συντάξεων και Προνοίας Προσωπικού ΑΤΕ. Διότι αυτό δεν αποτελεί υποχρεωτικό κανόνα απορρέοντα εκ του νόμου, και οι εργαζόμενοι, εφόσον είναι ασφαλισμένοι σε άλλο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης, μπορούν, όπως ορίζεται στην παρ. 3 του άρθρου 1 του ανωτέρω Κανονισμού, με δήλωσή τους να μη μετέχουν στο Επικουρικό[11].
Ο ΕΛΕΜ αποτελεί ως προς τη νομική φύση του ένωση περιουσίας χωρίς νομική προσωπικότητα[12] αφού, σε αντίθεση με το ΤΥΠΑΤΕ στο οποίο υπάγεται, δεν έχει προσλάβει τη μορφή νομικού προσώπου με την τήρηση των νόμιμων διατυπώσεων, ούτε αποτελεί ένωση προσώπων για την επιδίωξη ορισμένου σκοπού, ούτε και αποτελεί αστική εταιρία[13]. Κατά συνέπεια δεν έχει ο Ειδικός αυτός Λογαριασμός δεν έχει ο ίδιος ικανότητα δικαίου, δηλαδή ικανότητα να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αλλά ούτε και ικανότητα διαδικαστική, ικανότητα δηλαδή να είναι διάδικος (άρθρα 61 ΑΚ 62 και 64 παρ. 3 ΚΠολΔ)[14].
Σύμφωνα με το άρθρο 25 του καταστατικού ΤΥΠΑΤΕ καθώς και τα άρθρα 2 παρ. 1, 3 και 7 του Κανονισμού ΕΛΕΜ το Λογαριασμό διαχειρίζεται πενταμελής Διαχειριστική Επιτροπή. Αυτό σημαίνει ότι η διοίκηση του Λογαριασμού ασκείται από ένα αυτοτελές και ανεξάρτητο διοικητικό όργανο. Η διαχειριστική αυτή εξουσία δεν σημαίνει όμως ότι ο ΕΛΕΜ εκπροσωπείται αυτοτελώς στις προς τα έξω σχέσεις με τρίτους από την Διαχειριστική Επιτροπή ή τον Πρόεδρό της. Διότι ο ΕΛΕΜ, κατά τα ανωτέρω λεχθέντα, δεν έχει δική του νομική προσωπικότητα[15]. Νομική προσωπικότητα έχει μόνο το σωματείο ΤΥΠΑΤΕ, του οποίου ειδική ομάδα περιουσίας με αυτοτελή διαχείριση συνιστά ο ΕΛΕΜ. Κατά συνέπεια, στις προς τα έξω σχέσεις η Διαχειριστική Επιτροπή του ΕΛΕΜ, η οποία θεμελιώνει τις λειτουργικές αρμοδιότητές της στην κοινή δικαιοπρακτική βούληση εργοδότιδας και εργαζομένων να συστήσουν τον ΕΛΕΜ ως φορέα επικουρικής ασφάλισης των τελευταίων, εκπροσωπεί το ίδιο το σωματείο ως νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου όσον αφορά τα ζητήματα που αφορούν τον Ειδικό Λογαριασμό, εκφράζει δηλαδή προς τα έξω ως όργανό του τη βούληση του νομικού αυτού προσώπου[16].
Αντίθετα, η Γενική Συνέλευση δεν εκπροσωπεί προς τα έξω το σωματείο, όπως η διοίκηση[17]. Αποτελεί μεν σύμφωνα με το άρθρο 93 εδ. 1 Αστικού Κώδικα το ανώτατο όργανο του σωματείου και αποφασίζει για κάθε υπόθεση που δεν υπάγεται στην αρμοδιότητα άλλου οργάνου[18], έχει δηλαδή το τεκμήριο αρμοδιότητας[19]. Το τεκμήριο αρμοδιότητας δεν σημαίνει όμως ότι η Γενική Συνέλευση μπορεί να εισέρχεται στις ή να οικειοποιείται τις αρμοδιότητες άλλων οργάνων κατά παράβαση των διατάξεων του νόμου ή του καταστατικού[20]. Απόφαση της Γενικής Συνέλευσης επί θέματος το οποίο, κατά το νόμο ή το καταστατικό έχει υπαχθεί στην αρμοδιότητα άλλου οργάνου είναι κατά την ορθότερη άποψη ακυρώσιμη σύμφωνα με το άρθρο 101 Αστικού Κώδικα[21].
Κατά συνέπεια, εφόσον στην προκειμένη περίπτωση, τόσο σύμφωνα με το καταστατικό του ΤΥΠΑΤΕ όσο και τον Κανονισμό του ΕΛΕΜ η διοίκηση του Ειδικού Λογαριασμού ανήκει στην αρμοδιότητα της Διαχειριστικής Επιτροπής, η αρμοδιότητα αυτή ούτε αφαιρείται ούτε περιορίζεται με επίκληση του άρθρου 93 εδ. 1 ΑΚ (ισοτιμία μεταξύ των οργάνων)[22]. Παρά το γεγονός δηλαδή ότι η Συνέλευση των μελών είναι το ανώτατο όργανο του σωματείου, σύμφωνα με το σύστημα που υιοθετεί ο Αστικός Κώδικας, υπάρχει ισοτιμία μεταξύ των οργάνων για καθένα από τα οποία ορίζεται αποκλειστική αρμοδιότητα (Paritätstheorie). Αντίθετο είναι το σύστημα σύμφωνα με το οποίο το ανώτατο όργανο έχει τη γενική ή συντρέχουσα αρμοδιότητα για όλες τις υποθέσεις του νομικού προσώπου και δύναται να αναμιγνύεται κατ’ αρέσκεια στις αρμοδιότητες άλλων οργάνων (Omnipotenztheorie)[23]. Όπως βέβαια έκρινε η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου στην υπ’ αριθμ. 26/1998 απόφασή της (Νόμος 262652), σε εξαιρετικές περιπτώσεις είναι δυνατό να εκφραστεί η βούληση του νομικού προσώπου χωρίς την ανάμιξη των οργάνων του, με το σύνολο των μελών του, δηλαδή των μελών της Γενικής Συνέλευσης, τα οποία ουσιαστικά ταυτίζονται προς εκείνο, όταν επομένως πρόκειται για ομόφωνη και παμψηφεί απόφαση του συνόλου των μελών της Γενικής Συνέλευσης.
Σύμφωνα με τα ανωτέρω ναι μεν η Διαχειριστική Επιτροπή του ΕΛΕΜ υπάγεται στον έλεγχο και την εποπτεία του ΤΥΠΑΤΕ μέσω της Γενικής Συνέλευσης, οι αποφάσεις όμως της Γενικής Συνέλευσης δεν είναι δεσμευτικές στον τομέα για τον οποίο η Διαχειριστική Επιτροπή έχει αποκλειστική αρμοδιότητα, δηλαδή τη διαχείριση του Ειδικού Λογαριασμού. Αυτό θα συνέβαινε μόνο στην περίπτωση που η απόφαση της Γενικής Συνέλευσης λαμβανόταν ομοφώνως από το σύνολο των μελών της[24]. Και η απόφαση της έκτακτης Γενικής Συνέλευσης της 17 Μαρτίου 2012, η οποία είχε ως αντικείμενο την παροχή «δανείου» από το αποθεματικά του ΕΛΕΜ προς το ΤΥΠΑΤΕ ύψους 8 εκ. ευρώ, δεν ήταν ομόφωνη, εφόσον υπήρξε μία αρνητική και μία λευκή ψήφος, αλλά και όπως υποθέτω ούτε και ήταν παρόν το σύνολο των μελών (αν υπήρξε απαρτία ή παρουσία του συνόλου των μελών δεν αναφέρεται στο αντίγραφο πρακτικών που τέθηκε υπόψη μου).
Κατά συνέπεια, η ανωτέρω απόφαση της Γενικής Συνέλευσης δεν παράγει δέσμευση για τη Διαχειριστική Επιτροπή, η οποία θα πρέπει αυτοτελώς να αποφασίσει επί του ζητήματος της διάθεσης ποσού από τα αποθεματικά του ΕΛΕΜ υπό μορφή έντοκου δανείου για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του ΤΥΠΑΤΕ προς τρίτους. Η απόφαση της Γενικής Συνέλευσης μπορεί να ερμηνευθεί μόνο υπό την έννοια ότι γίνεται πρόταση για λήψη «δανείου». Σε συνέχεια της απόφασης της Γενικής Συνέλευσης η πρόταση αυτή θα πρέπει να αποτυπωθεί σε ειδικό πρακτικό του Δ.Σ. του Ταμείου ως εκτελεστικού διοικητικού οργά-νου[25]. Το αν θα δοθεί το «δάνειο» ανήκει ως διαχειριστική πράξη στην αρμοδιότητα της Διαχειριστικής Επιτροπής.
ΙΙ. Όσον αφορά τώρα το δεύτερο τεθέν ερώτημα:
Δεν πρόκειται κατ’ αρχάς περί συμβάσεως δανείου. Το δάνειο προϋποθέτει δύο συμβαλλόμενα μέρη που έχουν ικανότητα δικαίου, ικανότητα δηλαδή να είναι υποκείμενα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Εν προκειμένω πρόκειται για ένα και το αυτό νομικό πρόσωπο, το αλληλοβοηθητικό σωματείο ΤΥΠΑΤΕ. Ο Ειδικός Λογαριασμός αποτελεί, κατά τα λεχθέντα αυτοτελή ομάδα περιουσίας με χωριστή διαχείριση χωρίς νομική προσωπικότητα, υπαγόμενη στο ΤΥΠΑΤΕ. Τα της διαχειρίσεως του Ειδικού Λογαριασμού αποφασίζει η διαχειριστική επιτροπή η οποία για τον τομέα της αρμοδιότητάς της, της διαχείρισης δηλαδή του ΕΛΕΜ, ενεργεί στο όνομα και για λογαριασμό του ΤΥΠΑΤΕ ως διαχειριστικό όργανο του Ταμείου σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 2α του κατασταστατικού, έλκοντας την υπόστασή της και τις λειτουργικές αρμοδιότητές της από την κοινή δικαιοπρακτική βούληση εργοδότιδας και εργαζομένων να συστήσουν τον ΕΛΕΜ ως φορέα επικουρικής ασφάλισης των τελευταίων.
Τα ανωτέρω σημαίνουν ότι η Διαχειριστική Επιτροπή δεν μπορεί να «δανειοδοτήσει» εξ ονόματος του ΕΛΕΜ το ΤΥΠΑΤΕ, αλλά ως ειδικό διαχειριστικό όργανο του ΤΥΠΑΤΕ-ΕΛΕΜ αποφασίζει για την αξιοποίηση μέρους των διαθεσίμων του ΕΛΕΜ για την εκπλήρωση ενός σκοπού ο οποίος μπορεί να υπαχθεί στην αρμοδιότητα την οποία αυτή έχει σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 1 του Κανονισμού ΕΛΕΜ «προς επωφελέστερη αξιοποίηση των διαθεσίμων κεφαλαίων». Εφόσον η διάθεση ποσού 8 εκ. ευρώ για την ικανοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών του Ταμείου προς τρίτους πρόκειται να αποφέρει τόκο, η συγκεκριμένη διαχειριστική πράξη δεν αντιτίθεται στον Κανονισμό του ΕΛΕΜ, διότι αποτελεί σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 1 του Κανονισμού «επωφελή αξιοποίηση διαθεσίμων κεφαλαίων». Επίσης, η διαχειριστική αυτή πράξη δεν φαίνεται να αντιστρατεύεται στη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 3 του καταστατικού ΤΥΠΑΤΕ, σύμφωνα με την οποία οι πόροι του ΕΛΕΜ δεν αναμιγνύονται σε καμιά περίπτωση και για κανένα απολύτως λόγο με αυτούς του κλάδου περίθαλψης και πρόνοιας του Ταμείου. Διότι η διάταξη αυτή αναφέρεται μόνο στους πόρους, και όχι σε άλλες προσόδους, αξιοποίηση διαθεσίμων ή επενδύσεις κλπ. (βλ. τη σαφή διάκριση στο κεφάλαιο Γ΄ άρθρα 12 επ. του καταστατικού ΤΥΠΑΤΕ).
Θεσσαλονίκη, 20 Ιουνίου 2012
Ο γνωμοδοτών
[1] Ιδρυτική απόφαση του Πρωτοδικείου Αθηνών υπ΄ αριθμ. 7637/1934.
[2] Έτσι ορθά Ρούσσος, εις Δίκαιο Νομικών Προσώπων – Liber Amicorum Φίλιππου Δωρή (2010), σελ. 32, 33.
[3] Απόφαση Πρωτοδικείου Αθηνών υπ’ αριθμ. 11684/1950.
[4] Βλ. Ρούσσο, ανωτ., σελ. 33, 34.
[5] Πρβλ. ΑΠ 463/2007 (Νόμος 424262)· Ρούσσο , σελ 32, 34· Μούζουλα/Παπακώστα, περιοδικό Epsilon7, 2007, σελ. 805.
[6] Πρβλ. Κρεμαλή, Γνωμοδοτήσεις Κοινωνικού Δικαίου (1989-1999), 2000, σελ. 24 σε σχέση με τον «Ειδικό Λογαριασμό Επικουρήσεως Προσωπικού ΕΤΕ»· Βλαστό, ανωτ. σελ. 80, 81, 82· Πετρόγλου, ΕΔΚΑ 1993, 156 .
[7] Πρβλ. Ολομέλεια ΑΠ 25/2008, Νόμος 460378.
[8] Βλ. Ολομέλεια ΣτΕ 2201/2010, Νόμος 532304· Βλαστό, Δίκαιο Σωματείων (2007), σελ. 80, 82· Πετρόγλου, ΕΔΚΑ 1993, 155, 156.
[9] Βλ. ΣτΕ 5024/1987, Ολομέλεια ΣτΕ 2201/2012.
[10] Πρβλ. Κρεμαλή, ανωτ., σελ. 18, 19, 20· ΕφΑθ 4262/1994, ΕΕργΔ 54/1995, 163.
[11] Πρβλ. σχετικά και Βλαστό, ανωτ., σελ. 82.
[12] Βλ. Ολομέλεια ΑΠ 25/2008, Νόμος 460378· Βλαστό, ανωτ. σελ. 80, 82.
[13] Πρβλ. ΑΠ 463/2007 (Νόμος 424262) σε σχέση σε σχέση με τον Ειδικό Λογαριασμό Επικούρησης «Ε.Λ.ΕΠ. – ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ». Επίσης Ολομέλεια ΑΠ 25/2008 (Νόμος 460378) σε σχέση με τον Ειδικό Λογαριασμό «Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος».
[14] Βλ. Ολομέλεια ΑΠ 25/2008, Νόμος 460378· Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, τόμ. Ι (2000), άρθρ. 62 άρ. 5· Κεραμέα, Αστικό Δικονομικό Δίκαιο – Γενικό Μέρος (1986) , σελ. 95.
[15] Πρβλ. ΑΠ 463/2007 (Νόμος 424262) σε σχέση σε σχέση με τον Ειδικό Λογαριασμό Επικούρησης «Ε.Λ.ΕΠ. – ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ».
[16] Βλ. άρθρο 4 παρ. 1 Κανονισμού ΕΛΕΜ: «Ο Πρόεδρος της Διαχειριστικής Επιτροπής εκπροσωπεί το Τ.Υ.Π.Α.Τ.Ε. [σημ. δική μου: όχι τον ΕΛΕΜ]…..ενώπιον οποιουδήποτε τρίτου φυσικού ή νομικού προσώπου για όλα τα θέματα που έχουν σχέση και αφορούν το Λογαριασμό». Πρβλ. και ΑΠ 463/2007 (Νόμος 424262) σε σχέση σε σχέση με τον Ειδικό Λογαριασμό Επικούρησης «Ε.Λ.ΕΠ. – ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ».
[17] Βλ. Δέλλιο, εις Γεωργιάδη Σύντομη Ερμηνεία του Αστικού Κώδικα (2010), άρθρ. 93, περιθ. αρ. 2· Ρούσσο, ανωτ., σελ. 438· Βλαστό, ανωτ., σελ. 243.
[18] Βλ. Ρούσσο, ανωτ., σελ. 438· Βλαστό, ανωτ. σελ. 328. Πρβλ. για το γερμανικό δί-καιο v. Tuhr, Allgemeiner Teil des deutschen Bürgerlichen Rechts (1957), Bd. I, σελ. 511. ΠρΒλ. ομοίως και άρθρ. 8 παρ. 1 Ν. 1264/1982: «Η Συνέλευση των μελών της συνδικαλιστικής οργάνωσης…αποφασίζει για όλα τα θέματα που αφορούν την οργάνωση εκτός αν κατά το καταστατικό υπάγονται στην αρμοδιότητα άλλου οργάνου της».
[19] Βλ. Σημαντήρα, Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου, 4η έκδ. 1988, σελ. 352· ΕρμΑΚ/Καρακατσάνη, άρθρ. 93, περιθ. αρ. 1· Δέλλιο, ανωτ., άρθρ. 93 περιθ. αρ. 2.
[20] Βλ. Ρούσσο, ανωτ., σελ. 438.
[21] Βλ. Βλαστό, ανωτ., σελ. 245· Δέλλιο, ανωτ., άρθρ. 93, περιθ. αρ. 3.
[22] Βλ. Απ. Γεωργιάδη, Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου, 3η έκδ. 2002, σελ. 198.
[23] Βλ. Σημαντήρα, ανωτ., σελ. 352 υποσημ. 34.
[24] Η Γενική Συνέλευση δεν ταυτίζεται ούτως ή άλλως με το σύνολο των μελών του σωματείου (αν και αυτό συμβαίνει κάποιες φορές, όπως στην περίπτωση της μεταβολής του σκοπού του σωματείου για την οποία, σύμφωνα με το άρθρο 100 του Αστικού Κώδικα πρέπει να συναινέσουν όλα τα μέλη). Και αυτό, γιατί, με βάση το σύστημα της απαρτίας και της πλειοψηφίας στο οποίο στηρίζεται η σύγκλιση, η συγκρότηση σε σώμα και η λειτουργία της Γ.Σ., η τελευταία, κατά κανόνα, δεν απαρτίζεται από όλα τα μέλη του σωματείου, αλλά από εκείνα τα οποία συμπληρώνουν τον αναγκαίο κάθε φορά ελάχιστο αριθμό μελών, τον οποίο ο νόμος ή το καταστατικό απαιτεί για τη λήψη της συγκεκριμένης απόφασης. Έτσι ορθά Βλαστός, ανωτ. σελ. 243.
[25] Πρβλ. Βλαστό, ανωτ., σελ. 243/244. Πρβλ. για το γερμανικό δίκαιο v. Tuhr, Allgemeiner Teil des deutschen Bürgerlichen Rechts, Bd. I (1957), σελ. 512.